Χρόνιος χαρακτηρίζεται ο πόνος που διαρκεί περισσότερο από 3 έως 6 μήνες και επηρεάζει την καθημερινή ζωή, την εργασία και την ψυχική υγεία του ασθενή. Αυξάνει τον κίνδυνο κατάθλιψης (25-40%), αϋπνίας και απώλειας παραγωγικότητας. Ένας στους πέντε ενήλικες (20%) πάσχει από χρόνιο πόνο, δηλαδή περίπου 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι από τους οποίους το 6,9% ανέφεραν ότι ο έντονος χρόνιος πόνος περιορίζει δραστικά τις δραστηριότητες τους.
Ο χρόνιος πόνος είναι συχνότερος σε ασθενείς με καρκίνο (1/3), σακχαρώδη διαβήτη (1/4) και τραυματισμό στη σπονδυλική στήλη (1/3). Η συχνότερη εστία πόνου είναι η οσφυαλγία. Τα ποσοστά αυξάνονται με την ηλικία και αναμένεται περαιτέρω άνοδος έως το 2030 λόγω γήρανσης του πληθυσμού.
Το αίσθημα της ανημπόριας είναι σοβαρή ασθένεια από μόνη της. Προκαλεί αφενός έναν υποσυνείδητο φόβο στον ασθενή ότι είναι ανίκανος να λειτουργήσει φυσιολογικά και αφετέρου την ενοχή ότι με την «γκρίνια» του γίνεται φορτίο στην οικογένειά του, καθώς ενδόμυχα πιστεύει, ότι η αρρώστια ίσως είναι αποτέλεσμα της ανεπάρκειάς του. Η αυτοεκτίμησή του βρίσκεται στα Τάρταρα και οδηγείται σε κοινωνική απομόνωση.
Κύρια Είδη Χρόνιου Πόνου
Μυοσκελετικός (π.χ. Πόνος στη Μέση). Συχνά είναι μεικτός με τον νευροπαθητικό. Πρώτη απουσίας από την εργασία.
Νευροπαθητικός. Λόγω νευρικών βλαβών (π.χ. διαβήτης) και αφορά το 10 έως 20% των χρόνιων πόνων.
Αρθριτικός (Οστεοαρθρίτιδα). Συχνός σε ηλικιωμένους και παρών στο 50-75% των αναπηριών.
Κεφαλγίες (Ημικρανίες). Αφορά 1 εκατομμύριο Έλληνες, κυρίως γυναίκες.
Ογκολογικός. Ταλαιπωρεί το 33% των καρκινοπαθών.
Ο χρόνος εμφάνισης, η ένταση και η διάρκεια του χρόνιου πόνου είναι απρόβλεπτα. Συνήθως είναι εντονότερος τη νύχτα με αποτέλεσμα ο ασθενής να αισθάνεται την επόμενη μέρα υπνηλία και χωρίς ενέργεια. Οδηγεί στην κατανάλωση αναλγητικών τα οποία προκαλούν διάφορες παρενέργειες: γαστρεντερολογικές, αιματολογικές αλλά και εθισμό ενώ συχνά δεν είναι αρκούντως αποτελεσματικά.
Οφέλη της Οξυγονο-Οζονοθεραπείας στον Χρόνιο Πόνο
Η οξυγονο-οζονοθεραπεία αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη συμπληρωματική θεραπεία για τη διαχείριση του χρόνιου πόνου, ιδιαίτερα σε οστεοαρθρίτιδα, δισκοκήλη, ινομυαλγία και νευροπάθεια. Η αντιφλεγμονώδης, αντιοξειδωτική και αναλγητική δράση της βελτιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Ειδικότερα συμβάλει σε:
Μείωση της φλεγμονής. Ο χρόνιος πόνος συχνά συνδέεται με φλεγμονώδεις καταστάσεις. Το όζον ρυθμίζει την παραγωγή προφλεγμονωδών κυτοκινών και ενισχύει την απελευθέρωση αντιφλεγμονωδών παραγόντων, μειώνοντας τη φλεγμονή σε ιστούς όπως οι αρθρώσεις, οι μύες και τα νεύρα.
Βελτίωση οξυγόνωσης και μικροκυκλοφορίας. Ειδικότερα βελτιώνει την παροχή οξυγόνου στους ιστούς και την αιμάτωση, με προφανή οφέλη στον ισχαιμικό ή στον πόνο που σχετίζεται με κακή κυκλοφορία (π.χ. νευροπαθητικός πόνος ή πόνος από αγγειοπάθεια).
Αντιοξειδωτική δράση. Το όζον ενεργοποιεί το αντιοξειδωτικό σύστημα του οργανισμού μειώνοντας το οξειδωτικό στρες, το οποίο επιδεινώνει τον χρόνιο πόνο, κυρίως σε νευροπαθητικές ή φλεγμονώδεις καταστάσεις.
Αναλγητική δράση. Η Οξυγονο-Οζονοθεραπεία συμβάλει στην απελευθέρωση ενδορφινών και άλλων νευροδιαβιβαστών που ανακουφίζουν τον πόνο. Βελτίωση της κυκλοφορίας και μείωση της φλεγμονής μειώνουν την ευαισθησία στον πόνο.
Ενίσχυση επούλωσης ιστών. Η οζονοθεραπεία μειώνοντας τη φλεγμονή και βελτιώνοντας την οξυγόνωση συμβάλει στην αποκατάσταση των ιστών (π.χ. δισκοκήλη, αρθρίτιδα) και άρα στην μείωση του πόνου.
Μυοχαλαρωτική δράση. Κυρίως στον μυοσκελετικό πόνο συμβάλει στη χαλάρωση των μυών και στη μείωση των σπασμών, που συχνά τον επιδεινώνουν.
Μέθοδοι Εφαρμογής στον Χρόνιο Πόνο
Παρασπονδυλικές εγχύσεις. Αντιμετωπίζουν τον χρόνιο πόνο σε αρθρώσεις (π.χ. οστεοαρθρίτιδα γόνατος) ή στη σπονδυλική στήλη (π.χ. δισκοκήλη, οσφυαλγία).
Μεγάλη και μικρή αυτομετάγγιση. Το αίμα του ασθενούς εμπλουτίζεται με όζον και επανεισάγεται, συμβάλλοντας στη συστηματική μείωση της φλεγμονής και του πόνου.
Τοπική εφαρμογή. Το όζον μπορεί να εφαρμοστεί σε μορφή αερίου ή ελαίου σε περιοχές με μυϊκό ή νευροπαθητικό πόνο.
Ορθική ή κολπική χορήγηση. Για συστηματική δράση, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διάχυτου πόνου (π.χ. ινομυαλγία).