Επειδή είναι… σιωπηρή. Η ηπατίτιδα C, όπως και η Β, μπορεί να εξελιχθεί σε χρόνια, σχεδόν πάντα χωρίς συμπτώματα, γι’ αυτό διαγιγνώσκεται συνήθως τυχαία. Μεταδίδεται κυρίως από το αίμα και τα παράγωγά του, μέσω μεταγγίσεων. Ο ύπουλος ιός μπορεί να υπάρχει στον οργανισμό και να προκαλέσει σοβαρές βλάβες στο συκώτι, χωρίς να φαίνεται στις εξετάσεις.

Αντιμετωπίζεται με φάρμακα  που χορηγούνται για την ηπατίτιδα Β τόσο στην οξεία όσο και στη χρόνια μορφή, χωρίς ωστόσο εφάμιλλα αποτελέσματα ενώ  δεν υπάρχει και εμβόλιο. Αν κάνετε μεταγγίσεις, χρόνια αιμοκάθαρση, χρήση ναρκωτικών ή εκτίθεστε σε αίμα για άλλους λόγους (π.χ. εργάζεστε σε νοσοκομεία), πρέπει να προσέχετε ιδιαίτερα και να κάνετε τακτικό αιματολογικό έλεγχο.  Οι φορείς της ηπατίτιδας C πρέπει να κάνουν τα εμβόλια για τις ηπατίτιδες Α και Β  για ν’ αποτρέψουν τον κίνδυνο επιμόλυνσης, που θα επιβαρύνει πολύ την κατάστασή τους. Επίσης, οφείλουν να μείνουν μακριά από το αλκοόλ.

Στην Ελλάδα, το αίμα και τα παράγωγα του, ελέγχονται συστηματικά για ιούς ηπατίτιδας Β και C από το 1992. Αυτό σημαίνει πως άτομα που έχουν κάνει μετάγγιση αίματος πριν το 1992, πιθανά να εκτέθηκαν στους ιούς αυτούς και να μην το γνωρίζουν.